Τα κωνοφόρα είναι μια πολύ μεγάλη ομάδα (συνομοταξία) φυτών με ποικιλία στην μορφολογία και το μέγεθος. Είναι φυτά γυμνόσπερμα με κοινό χαρακτηριστικό τους κώνους που περικλείουν τους σπόρους. Είναι στην συντριπτική πλειοψηφία αειθαλή είδη με εξάπλωση σχεδόν σε όλα τα μέρη του πλανήτη. Περιλαμβάνουν περίπου 600 είδη, αρκετά θαμνώδη με μεγάλη ποικιλία στην ανάπτυξη και ακόμα περισσότερα δέντρα. Κλασσικά παραδείγματα κωνοφόρων είναι ο Κέδρος, το Πεύκο, το Κυπαρίσσι, ο Γιουνίπερος, η Πικέα, το Έλατο και η Τούγια.
Λόγω της πολυμορφίας τους και της ιδιαίτερης αισθητικής αξίας τους, τα κωνοφόρα είναι πολύ αγαπημένα φυτά και βρίσκουν πολλαπλές εφαρμογές σε φυτεύσεις στο αστικό και περιαστικό πράσινο, αλλά ακόμα και σε ιδιωτικούς κήπους και μπαλκόνια. Τα μεγαλύτερα είδη μπορούν να γίνουν φυσικοί φράχτες ή ακόμα και ανεμοφράκτες. Τα μεσαία είδη γίνονται πολύ ωραίες μπορντούρες, χαμηλοί φράχτες αλλά και μεμονωμένα στολίδια. τα χαμηλά είδη μπορούν να κάνουν εδαφοκάλυψη, χαμηλές μπορντούρες αλλά και να συμμετέχουν σε συστάδες, βραχόκηπους ή γραμμικές φυτεύσεις. Ας δούμε κάποιες βασικές συμβουλές για τα συνηθισμένα και πιο δημοφιλή φυτά αυτής της ομάδας που υπάρχουν γύρω μας.
Αρχικά επιλέγουμε θέσεις φύτευσης με καλό φωτισμό και αερισμό. Οι δροσερότερες θέσεις με πρωινό ήλιο αλλά μεσημεριανή δροσιά είναι ιδανικές. Τα κωνοφόρα υποφέρουν από τους καύσωνες ενώ αντίθετα αντέχουν (έως απολαμβάνουν) τα κρύα και τα ρεύματα.
Τους καλοκαιρινούς μήνες πρέπει να ποτίζουμε τακτικά αλλά με προσεκτικές ποσότητες ώστε να μην δημιουργούνται συνθήκες άσκοπης υγρασίας. Σε ακραίες συνθήκες ζέστης μπορούμε να δροσίζουμε τα ελατοειδή στο φύλλωμα τις πολύ πρωινές ώρες.
Σε ότι αφορά το έδαφος, τα κωνοφόρα χρειάζονται γόνιμα, πολύ στραγγερά και ελαφρώς όξινα εδάφη. Για κυπαρισσοειδή που αναπτύσσονται σε γλάστρα αρκεί ένα καλό εμπλουτισμένο φυτόχωμα με ελαφρόπετρα και τύρφη και μια καλή στράγγιση στον πάτο. Τα είδη που φυτεύουμε στον κήπο φροντίζουμε εξαρχής να έχουν πολύ καλή στράγγιση με βαθύ σκάψιμο και προσθήκη ελαφρόπετρας ή ποταμίσιας άμμου.
Λιπαίνουμε με σύνθετα πλήρη λιπάσματα 2-3 φορές τον χρόνο, στα τέλη του χειμώνα και στις αρχές του φθινοπώρου. Επιλέγουμε λιπάσματα καλής ποιότητας με έμφαση στο Άζωτο και με περιεκτικότητα σε Μαγνήσιο και Ψευδάργυρο. Μια ή δύο φορές τον χρόνο μπορούμε να εφαρμόζουμε επιπλέον της βασικής λίπανσης, προσεκτικές ποσότητες Θειικού σιδήρου. Οι Λιπάνσεις και η επιλογή των λιπασμάτων να γίνεται σε συνεννόηση με κάποιον Γεωπόνο.
Τα κωνοφόρα, ειδικά τα κυπαρισσοειδή όπως τα Λέυλαντ, Οι Τούγιες, Τα Γκόλντεν κρεστ, Τα Αριζόνικα κλπ, κλαδεύονται ώστε να σχηματοποιούνται και να καθαρίζονται. Τα κλαδέματα καλό είναι να γίνονται στα τέλη του χειμώνα και στα μέσα του φθινοπώρου. Οπωσδήποτε μετά από κάθε κλάδεμα ακολουθεί πολύ καλός ψεκασμός με οξυχλωριούχο ή χηλικοποιημένο Χαλκό για απολύμανση.
Την άνοιξη και το καλοκαίρι προσέχουμε για προσβολές από έντομα. Συνηθισμένα είναι τα κοκκοειδή και η βαμβακάδα στα περισσότερα κυπαρισσοειδή και η μεγάλη αφίδα στους Κέδρους και τα Έλατα. Με τις πρώτες εμφανίσεις ατόμων, επεμβαίνουμε με ψεκασμούς σε συνεννόηση με κάποιον Γεωπόνο.
Στο τέλος αφήσαμε την Αχίλλειο πτέρνα των κωνοφόρων. Η Φυτόθφορα είναι ένας μύκητας που προσβάλει το ριζικό σύστημα πολλών φυτών. Μεταδίδεται εύκολα με μυζητικά έντομα και με εργαλεία και ευνοείται από συνθήκες ελλιπούς αερισμού των ριζών και συσσώρευση περιττής υγρασίας. Αυτός είναι ο λόγος που θέλουμε πολύ καλή στράγγιση και τακτικά αλλά προσεκτικά ποτίσματα. Επίσης προσέχουμε τις πληγές από κλαδέματα και τραυματισμούς ειδικά στα χαμηλά μέρη του φυτού. Η ασθένεια εκδηλώνεται με σταδιακή ξήρανση του φυλλώματος, εντοπισμένα στο εσωτερικό της κόμης και ακτινωτά από τον κεντρικό κορμό προς την περιφερειακή βλάστηση. Στο τέλος τα φυτά ξεραίνονται εντελώς αν δεν επέμβουμε έγκαιρα. Η θεραπεία περιλαμβάνει ψεκασμούς και ριζοποτίσματα με ειδικά σκευάσματα αλλά κυρίως προληπτικά μέτρα με ένα πρόγραμμα που θα σχεδιαστεί σωστά από Γεωπόνο.
Συνοπτικά λοιπόν για τα κωνοφόρα προσέχουμε την θέση φύτευσης, τους καύσωνες, την δίψα και την Φυτόφθορα.